ΙΕΚ Θεσσαλονίκης.
Κτίριο Δημόκριτος
Ειδικότητα : Τέχνη της
τοιχογραφίας, αγιογραφίας
Μάθημα: Aισθητική και τέχνη
Kαθηγητής : Πετρόπουλος Δημήτρης.
Πτυχιούχος Σχολής καλών τεχνών.
Μεσαίωνας και
Αυγουστίνος μέρος 1
Oι πρώτοι πατέρες της Εκκλησίας ήταν απορροφημένοι από το
τεράστιο θεολογικό τους έργο, καθώς έπρεπε από την μια μεριά να επεξεργαστούν ένα βιώσιμο θεολογικό
σύστημα που να εξηγεί όσα ήταν δυνατόν να εξηγηθούν στις σχέσεις του Ανθρώπου με το θεό και από την άλλη να θωρακίσουν την χριστιανική
θρησκεία και την ίδια την εκκλησία
από τους εχθρούς της που ήταν η
ειδωλολατρική θρησκεία και η φιλοσοφία.
Τα δύο παραπάνω έργα δεν άφηναν και πολύ καιρό για πρωτότυπη
σκέψη σχετικά με την τέχνη και το ωραίο.
Η επιφανέστερη εξαίρεση ανάμεσα στους πρώτους στοχαστές ήταν
ο ιερός Αυγουστίνος που με την πληθωρικότητα και με το πνευματικό σφρίγος του
δεν έχανε καμιά ευκαιρία να σκεφτεί για κάθε τι που έβρισκε μπροστά του.
Στην πρώιμη περίοδο του σχολαστικισμού υπήρχε ένα αισθητικό
πρόβλημα που οι φιλόσοφοι του χριστιανισμού δεν μπορούσαν τελικά να το
παρακάμψουν.
Κανένας δεν μπορούσε να αρνηθεί ότι υπάρχει το ωραίο και η ομορφιά
του ανθρώπινου σώματος. Ποιά στάση πρέπει να τηρεί απέναντι του ο
Χριστιανός. Πρόκειται για έργο του
διαβόλου ή του Θεού. Ανήκει σε εκείνα τα
ελκυστικά αλλά ευτελή πράγματα
που ο χριστιανός πρέπει να είναι έτοιμος να απαρνηθεί και να αποκυρήξει ή μήπως πρέπει να τα ενστερνιστεί;
Η εκκλησία τήρησε μια διφορούμενη στάση απέναντι στις
τέχνες και αυτό για δύο βασικούς λόγους που αντιστοιχούν στις δύο Πλατωνικές
κατηγορίες εναντίον της ποίησης.
Ο πρώτος και κυριότερος λόγος είναι ότι η καλλιτεχνική δραστηριότητα είναι σημείο
ζωηρού ενδιαφέροντος για τα εκόσμια
και, επομένως είναι κατ' ανάγκην ανταγωνιστής ή τουλάχιστον μπορεί εύκολα να
γίνει ανταγωνιστής της βασικής και
απαρέγκλιτης ενασχόλησης του αληθινού χριστιανού με την σωτηρία του στην άλλη ζωή.
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι οι τέχνες
συνδέονταν στενά με τον ελληνικό και
ρωμαϊκό πολιτισμό και ο Χριστιανισμός είχε έρθει να σώσει τον κόσμο από τη κίβδηλη θρησκεία τους.
Μερικοί από
τους πρώτους εκκλησιαστικούς ηγέτες - ο Τερτυλιανός (πίστευε ότι η λογοτεχνία
είναι μωρία στα μάτια του θεού) (αρχές 3ου αιώνα) ήθελαν να αποκηρυχθεί ολόκληρη η κοσμική μάθηση και οι ανίερες σπουδές
αλλά τελικά η καθιέρωση των 7 ελευθερίων
τεχνών ως βάση της παιδείας σήμαινε ότι ένα μεγάλο μέρος της κλασικής
γραμματολογίας αναγνωρίσθηκε ως θεμιτό στάδιο στην πορεία του ατόμου προς την
θεολογική γνώση.
Κάποιοι
άλλοι ανάμεσα στους οποίους και ο Αυγουστίνος συμφωνούσαν ότι η κλασική
γραμματολογία μπορούσε να χρησιμοποιηθεί με θετικό τρόπο στην εκπαίδευση. Αυτή
την ευμενή άποψη εξέφραζαν ο Ωριγένης , ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς και ο μέγας
Βασίλειος. Η ποίηση νίκησε σε αντίθεση με το δράμα. Η εκκλησία υπήρξε για πολύ καιρό κατηγορηματικά αντίθετη με την
παράσταση (δραματικά έργα).
Στο χώρο των
εικαστικών τεχνών τα κυριότερα κλασικά έργα που γνώριζαν οι πρώτοι χριστιανοί παρίσταναν θεούς η αυτοθεοποιημένους ρωμαίους αυτοκράτορες και επομένως ήταν τα
αντικείμενα μιας μισητής ειδωλολατρίας.
Γι' αυτό, οι εικαστικές τέχνες γεννούσαν υποψίες και μερικοί πίστευαν ότι η εισαγωγή εικόνων στις εκκλησίες θα
παρέσυραν τον χριστιανό σε μια παρόμοια ειδωλολατρία. Πολύ αργότερα η
αντίληψη αυτή αναβίωσε με το εικονοκλαστικό
κίνημα που αναπτύχθηκε στην
ανατολική εκκλησία κατά τον 8ο και 9ο αιώνα. Επικράτησε όμως η αντίθετη
άποψη. Ο Γρηγόριος, τον 6ο αιώνα υπεράσπισε τις εικόνες θεωρώντας τες απαραίτητες
για την θρησκευτική αγωγή,
ιδιαίτερα των αγράμματων ανθρώπων, και νόμιμες με την προϋπόθεση ότι δεν
λατρεύονται οι ίδιες αλλά χρησιμοποιούνται για να οδηγούν το πνεύμα προς το θεό.
Με τον καιρό
οι κύριες τάσεις της χριστιανικής σκέψης χαρακτηρίζονται από όλο και μεγαλύτερη
ευμένεια απέναντι στα αισθητά βοηθήματα
της θρησκευτικής λατρείας - το γρηγοριανό μέλος και αργότερα η πολυφωνία, τα αγάλματα οι ζωγραφικοί πίνακες, οι
μεγάλοι αρχιτεκτονικοί θρίαμβοι της καθεδρικής περιόδου.
Αυγουστίνος
Ανασκοπώντας τις ηθικές και πνευματικές παγίδες που είχε
περιπέσει προτού προσηλυτισθεί τον Χριστιανισμό ο Αυγουστίνος μας πληροφορεί
ότι έγραψε μια πραγματεία με μερικά κύρια αισθητικά ερωτήματα όταν ήταν 26-27
ετών.
Aγαπάμε τίποτα άλλο έξω από το ωραίο; Τι είναι λοιπόν ωραίο;
Και τι είναι ομορφιά; Ti είναι αυτό που μας προσελκύει και μας ενώνει με τα πράγματα
που αγαπάμε; Γιατί αν δεν είχαν χάρη και ομορφιά δεν θα μπορούσαν να μας
προσελκύσουν. Και διαπίστωσα ότι στα ίδια τα σώματα υπήρχε μια ομορφιά που ήταν
αποτέλεσμα του ότι σχημάτιζαν ένα είδος όλου, καθώς και μια άλλη που ήταν
αποτέλεσμα του ότι ταίριαζαν μεταξύ τους, όπως ταιριάζει ένα μέρος του σώματος
σ' ολόκληρο το σώμα ή ένα παπούτσι στο πόδι.
Η πραγματεία μαρτυρούσε ένα μεγαλύτερο ενδιαφέρον για την
εφήμερη ομορφιά του ορατού κόσμου παρά για την αιώνια δόξα του θεού.
Η διακρισή του ανάμεσα στο ωραίο και το ταιριαστό ήταν όπως
μας λέει ο Αυγουστίνος μια διάκριση ανάμεσα σε ότι είναι ωραίο
"καθ'εαυτό" και σ' ότι είναι ωραίο χάρη στο γεγονός ότι εφαρμόζει σε
κάτι άλλο. Επίσης υπάρχουν δύο τρόποι σύμφωνα με τον Αυγουστίνο να
χαρακτηρίσουμε κάτι 'ωραίο'. Πρώτον μπορούμε να πούμε ότι ένα σύμπλεγμα είναι
ωραίο με την έννοια ότι αποτελεί ένα είδος συνόλου, και η ομορφιά είναι μια
ιδιότητα του συνόλου. Δεύτερον ένα μέρος -μια κηλίδα χρώματος ή ένας
μεμονωμένος ήχος - που δεν είναι ωραίο από μόνο του μπορεί να ονομασθεί ωραίο,
αν αποτελέσει μέρος ενός συνόλου που είναι ωραίο με την πρώτη σημασία του όρου.
Ίσως πάλι η έννοια ταιριαστό να υποδηλώνει μια ωφελιμιστική αντίληψη. Το
παπούτσι πρέπει να ταιριάζει στο πόδι.
Το ότι ο
Αυγουστίνος θεωρούσε την ομορφιά ως ιδιότητα ετερογενών συνόλων φαίνεται επίσης
από την δήλωσή του ότι η ομορφιά της πορείας αυτού του κόσμου επιτυγχάνεται χάρη
στην εναντίωση των αντιθέτων (όπως η κομψότητα του ύφους επιτυγχάνεται χάρη
στις αντιθέσεις).
Σε ένα από τους πιο συνοπτικούς προσδιορισμούς της ομορφιάς,
ο Αυγουστίνος απηχεί τον Κικέρωνα σχεδόν λέξη προς λέξη. Η σωματική ομορφιά
συνίσταται στην αναλογία των μερών που συνοδεύεται από μια ορισμένη γλυκύτητα
του χρώματος.Βασικές στη θεωρία του Αυγουστίνου για το ωραίο είναι οι έννοιες,
του αριθμού, της ισότητας, της αναλογίας και της τάξης. πχ.
Η ενότητα είναι η βάση ολόκληρης της πραγματικότητας, γιατί
για να υπάρχει κάτι πρέπει να είναι ενιαίο. Αλλά η ενότητα είναι και ζήτημα
βαθμού (γιατί μερικά όντα (και κατεξοχήν ο θεός) έχουν αυτή την ιδιότητα σε
μεγαλύτερο βαθμό από τα άλλα.
Μια δεύτερη θεμελιώδης έννοια είναι η ισότητα ή ομοιότητα. Η
ύπαρξη ατομικών πραγμάτων ως μονάδων ή δυνατότητα επανάληψης τους και σύγκρισης
διαφόρων ομάδων τους ως προς την ισότητα ή ανισότητα γεννάει την αναλογία, το
μέτρο και τον αριθμό.
Φέρνει παράδειγμα τον χορό 'Εξετάστε την ωραιότητα της
σωματικής κίνησης και θα διαπιστώσετε ότι το κάθετι γίνεται στο σωστό χρόνο
χάρη στο αριθμό.
Ο αριθμός είναι η θεμελιώδης αρχή της τάξης η οποία
συνίσταται στην διάταξη ίσων και άνισων μερών σε ένα όλον, σύμφωνα με ένα
σκοπό. Ωραίο είναι το καθετί που έχει τάξη.
Ο Αυγουστίνος Ιππώνος (13 Νοεμβρίου 354 - 28 Αυγούστου 430), γνωστός και ως Άγιος Αυγουστίνος[2], ήταν χριστιανός θεολόγος, του οποίου τα γραπτά είχαν πολύ μεγάλη
επιρροή στην ανάπτυξη του Δυτικού Χριστιανισμού και της Δυτικής φιλοσοφίας. Επίσης,
ήταν ένας από τους πολυγραφότερους συγγραφείς της λατινικής πατρολογίας Ο άγιος Αυγουστίνος ζούσε έκλυτη, ανήθικη και διεφθαρμένη
ζωή και όταν μετανόησε έγραψε: «Θεέ μου πως είχα γίνει, αγνώριστος. Είχα
μεταμορφωθεί και το πρόσωπο μου είχε χάσει την ομορφιά που είχε». Ο άγιος
Αυγουστίνος έζησε τόσο έκλυτα τη ζωή του μέχρι να μετανοήσει, που συνεχώς
έπεφτε στα πάθη του, χωρίς να συνειδητοποιεί τον ηθικό του ξεπεσμό. Ο ίδιος
μάλιστα απέκτησε και εξώγαμο παιδί στα 18 του. Όμως η μητέρα του αγία Μόνικα,
με τα δάκρυα της και τις επίμονες προσευχές της, έσωσε τον γιο της.
Σχολαστικισμός ονομάζεται το φιλοσοφικό ρεύμα ή μαθησιακή μέθοδος η οποία
αποσκοπούσε στη συμφιλίωση της φιλοσοφίας, που αναπτύχθηκε από τους αρχαίους κλασικούς φιλοσόφους, όπως
ο Αριστοτέλης και ο Πλάτωνας, με την μεσαιωνική θεολογία
και, γενικότερα, στην ερμηνεία των φυσικών
φαινομένων με βάση τις χριστιανικές αρχές. Γνωστός σχολαστικιστής. Ο Θωμάς ο Ακινάτης και ο
Φραγκίσκος της Ασίζης
7 ελευθέριες τέχνες . Οργανώθηκε ένα εκπαιδευτικό επίπεδο παιδείας, απαρτιζόμενο
από δύο ομάδες μαθημάτων. Η πρώτη ομάδα περιλάμβανε τρία μαθήματα,
α)Γραμματική, β)Ρητορική και γ)Διαλεκτική και η δεύτερη ομάδα τέσσερα,
α)Γεωμετρία, β)Αριθμητική, γ)Αστρονομία και δ)Μουσική. Όλα μαζί συγκροτούσαν τα
γνωστικά πεδία στα οποία εκπαιδεύονταν τα παιδιά που τελείωναν την βασική τους
εκπαίδευση, την αντίστοιχη με την σύγχρονη πρωτοβάθμια εκπαίδευση των Δημοτικών
σχολείων, απαρτίζοντας την δεύτερη σχολική βαθμίδα. (Σχετικά στο βιβλίο του
Αριστοτέλη «Ηθικά 5,6»). «Τρικτύς»
και «Τετρακτύς», καθώς απαρτίζονταν από μία τριάδα και μία τετράδα μαθημάτων
που κληρονόμησαν από το εκπαιδευτικό σύστημα της αρχαίας Ελλάδας. Το σύνολο των
μαθημάτων (Τεχνών) επίσης ονομάστηκαν στην Ρώμη artes liberals (Ελεύθερες ή
Ελευθέριες Τέχνες των αρχαίων Ελλήνων, σχετικά στο βιβλίο του Αριστοτέλη
«Πολιτικά 8,1»), καθότι ασκούνταν σε αυτές τα παιδιά των ελεύθερων πολιτών –
και κατά κανόνα εύπορων – τα οποία δεν υποχρεούνταν σε χειρονακτικές εργασίες,
αφιερώνοντας έτσι τον ελεύθερο χρόνο τους στην πνευματική τους καλλιέργεια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου